Το «Μαύρο Αλώνι» και ο «Καγκελευτός» χορός της Ιερισσού
Κάθε Τρίτη μέρα του Πάσχα, λιτανεία που ξεκινά από την κεντρική εκκλησία της Ιερισσού, με την εικόνα της Αναστάσεως, τα λάβαρα, τους ιερείς και την εθνική μας σημαία επικεφαλής, πορεύεται με ψαλμωδίες και τον ήχο του ξύλινου σήμαντρου, στην θέση «Αλώνι» του τέως μετοχίου της Ι.Μ. Ζωγράφου, Ν.Α της Ιερισσού. Εκεί ψάλλεται τρισάγιο και ακολουθεί χορός και άλλες εορταστικές εκδηλώσεις. Παράπλευρα γινόταν και διάφορα αγωνίσματα: σκοποβολή, λιθοβολία, άλμα εις μήκος και εις ύψος. Γίνεται δηλαδή μία πανήγυρις και τελετή εθνικοθρησκευτική, κράμα..... επιμνημόσυνης δέησης, δοξολογίας και εορτασμού ενός είδους «ελευθερίων».
Η τελετή αυτή έχει την αρχή της στα χρόνια της επανάστασης στα χρόνια της επανάστασης του 1821 και αιτία ένα τραγικό τοπικό επεισόδιο του Αγώνα, την ομαδική σφαγή υπερτετρακοσίων Ιερισσιωτών, οι οποίοι φαίνεται ότι εκτός της καταστροφής της πόλης τους, πλήρωσαν από τους πρώτους τότε στην Χαλκιδική και βαρύτατο φόρο αίματος.
Κατά τον ιστορικό Ι. Βασδραβέλλη («Οι Μακεδόνες εις τους υπέρ της ανεξαρτησίας αγώνας»), η σύλληψη και η σφαγή των 400 Ιερισσιωτών έγινε από τον Σιντίκ Γιουσούφ Μπέη, όταν αμέσως μετά τις σφαγές της Θεσσαλονίκης και την έκδοση του φιρμανίου με το οποίο διετάσσετο η εξόντωση των επαναστατών της Χαλκιδικής και η καταστροφή των χωριών της, εξεστράτευσε δια μέσου του λεκανοπεδίου του Λαγκαδά στην Ιερισσό, για να επιτηρεί από εκεί τους επαναστάτες του Εμμανουήλ Παπά στο Άγιο Όρος.
Κατά την παράδοση η σφαγή εκείνη έγινε με τρόπο σαδιστικό. Οι μελλοθάνατοι οδηγήθηκαν στο «Αλώνι» και διετάχθησαν να σχηματίσουν αλυσίδα χορού. Έτσι χειροκροτούμενοι, υποχρεώθηκαν να βαδίζουν κάτω από τα σπαθιά των δημίων, οι οποίοι τους αποκεφάλιζαν στην στροφή του «χορού». Πιστή αναπαράσταση εκείνου του τραγικού γεγονότος, εκείνου του μακελειού του 1821 είναι ο «καγκελευτός χορός» που επινοήθηκε και καθιερώθηκε να γίνεται στον τόπο της σφαγής, που από τότε λέγεται «Μαύρο Αλώνι». Παλαιότερα ο κάθε Ιερισσιώτης θεωρούσε καθήκον ιερό να πάρει μέρος στον χορό αυτόν.
Ο χορός ανοίγει συνήθως με το τραγούδι:
«Στου μαύρου νιού –μάννα μ’- τ’αλώνι του μαρμαρινό.
Παίζουν ντ’ ουμάδα –παίζουν- γυιός κι βασιλιάς.
Κανείς κι δεν την παίζει σαν ντου Γιαννάκη».Το θεαματικότερο και επίσημο μέρος του χορού, αρχίζει με τον στίχο παράγγελμα:
«Άκουσι συ Προυτουσυρτή κι συ Προυτουκαγκιλευτή!
Για βιργουλίγα ντου χουρό για βιργουκαγκιλέψτι τουν».Τότε οι δύο πρώτοι του χορού, ο Πρωτοσυρτής και ο Πρωτοκαγκελευτής, διίστανται και σχηματίζουν με τα χέρια υψωμένα ένα είδος καμάρας, κάτω από την οποία περνούν όλοι οι χορευτές.
«Να διώ ψηλές, να διώ λιγνές, να διώ την κόρη π’αγαπώ
Του ποιος κρατεί του χέρι της, του ποιος την αρραβώνα της
Ένας οχτρός μου γείτονας, άς του κρατεί κι άς χαίριτι
Ως την απάνου Κυριακή, ώσπου ν’ αρραβουνιάσουμι»Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το τραγούδι είναι αλληγορικό. Η κόρη π’αγαπά ο Ιερισσιώτης είναι η πεντάμορφη Ελευθερία, της οποίας το χέρι κρατεί ο τούρκος εχθρός γείτονας δια της βίας. Ελπίζει ο Ιερισσιώτης ότι το επόμενο Πάσχα θα διωχθεί ο μισητός αντίπαλος κι έτσι θα ενωθεί επίσημα αυτός με την πολυπόθητη Ελευθερία.
Μετά τον «καγκελευτό» ο χορός τελειώνει, το σήμαντρο χτυπά, δίνοντας το σύνθημα της επιστροφής των κατοίκων.
Κάθε Τρίτη μέρα του Πάσχα, λιτανεία που ξεκινά από την κεντρική εκκλησία της Ιερισσού, με την εικόνα της Αναστάσεως, τα λάβαρα, τους ιερείς και την εθνική μας σημαία επικεφαλής, πορεύεται με ψαλμωδίες και τον ήχο του ξύλινου σήμαντρου, στην θέση «Αλώνι» του τέως μετοχίου της Ι.Μ. Ζωγράφου, Ν.Α της Ιερισσού. Εκεί ψάλλεται τρισάγιο και ακολουθεί χορός και άλλες εορταστικές εκδηλώσεις. Παράπλευρα γινόταν και διάφορα αγωνίσματα: σκοποβολή, λιθοβολία, άλμα εις μήκος και εις ύψος. Γίνεται δηλαδή μία πανήγυρις και τελετή εθνικοθρησκευτική, κράμα..... επιμνημόσυνης δέησης, δοξολογίας και εορτασμού ενός είδους «ελευθερίων».
Η τελετή αυτή έχει την αρχή της στα χρόνια της επανάστασης στα χρόνια της επανάστασης του 1821 και αιτία ένα τραγικό τοπικό επεισόδιο του Αγώνα, την ομαδική σφαγή υπερτετρακοσίων Ιερισσιωτών, οι οποίοι φαίνεται ότι εκτός της καταστροφής της πόλης τους, πλήρωσαν από τους πρώτους τότε στην Χαλκιδική και βαρύτατο φόρο αίματος.
Κατά τον ιστορικό Ι. Βασδραβέλλη («Οι Μακεδόνες εις τους υπέρ της ανεξαρτησίας αγώνας»), η σύλληψη και η σφαγή των 400 Ιερισσιωτών έγινε από τον Σιντίκ Γιουσούφ Μπέη, όταν αμέσως μετά τις σφαγές της Θεσσαλονίκης και την έκδοση του φιρμανίου με το οποίο διετάσσετο η εξόντωση των επαναστατών της Χαλκιδικής και η καταστροφή των χωριών της, εξεστράτευσε δια μέσου του λεκανοπεδίου του Λαγκαδά στην Ιερισσό, για να επιτηρεί από εκεί τους επαναστάτες του Εμμανουήλ Παπά στο Άγιο Όρος.
Κατά την παράδοση η σφαγή εκείνη έγινε με τρόπο σαδιστικό. Οι μελλοθάνατοι οδηγήθηκαν στο «Αλώνι» και διετάχθησαν να σχηματίσουν αλυσίδα χορού. Έτσι χειροκροτούμενοι, υποχρεώθηκαν να βαδίζουν κάτω από τα σπαθιά των δημίων, οι οποίοι τους αποκεφάλιζαν στην στροφή του «χορού». Πιστή αναπαράσταση εκείνου του τραγικού γεγονότος, εκείνου του μακελειού του 1821 είναι ο «καγκελευτός χορός» που επινοήθηκε και καθιερώθηκε να γίνεται στον τόπο της σφαγής, που από τότε λέγεται «Μαύρο Αλώνι». Παλαιότερα ο κάθε Ιερισσιώτης θεωρούσε καθήκον ιερό να πάρει μέρος στον χορό αυτόν.
Ο χορός ανοίγει συνήθως με το τραγούδι:
«Στου μαύρου νιού –μάννα μ’- τ’αλώνι του μαρμαρινό.
Παίζουν ντ’ ουμάδα –παίζουν- γυιός κι βασιλιάς.
Κανείς κι δεν την παίζει σαν ντου Γιαννάκη».Το θεαματικότερο και επίσημο μέρος του χορού, αρχίζει με τον στίχο παράγγελμα:
«Άκουσι συ Προυτουσυρτή κι συ Προυτουκαγκιλευτή!
Για βιργουλίγα ντου χουρό για βιργουκαγκιλέψτι τουν».Τότε οι δύο πρώτοι του χορού, ο Πρωτοσυρτής και ο Πρωτοκαγκελευτής, διίστανται και σχηματίζουν με τα χέρια υψωμένα ένα είδος καμάρας, κάτω από την οποία περνούν όλοι οι χορευτές.
«Να διώ ψηλές, να διώ λιγνές, να διώ την κόρη π’αγαπώ
Του ποιος κρατεί του χέρι της, του ποιος την αρραβώνα της
Ένας οχτρός μου γείτονας, άς του κρατεί κι άς χαίριτι
Ως την απάνου Κυριακή, ώσπου ν’ αρραβουνιάσουμι»Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το τραγούδι είναι αλληγορικό. Η κόρη π’αγαπά ο Ιερισσιώτης είναι η πεντάμορφη Ελευθερία, της οποίας το χέρι κρατεί ο τούρκος εχθρός γείτονας δια της βίας. Ελπίζει ο Ιερισσιώτης ότι το επόμενο Πάσχα θα διωχθεί ο μισητός αντίπαλος κι έτσι θα ενωθεί επίσημα αυτός με την πολυπόθητη Ελευθερία.
Μετά τον «καγκελευτό» ο χορός τελειώνει, το σήμαντρο χτυπά, δίνοντας το σύνθημα της επιστροφής των κατοίκων.
ΠΑΣΧΑΛΙΝΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΡΝΑΙΑ
Στην Αρναία αναβιώνουν τις ημέρες του Πάσχα από την Πολιτιστική και Επιμορφωτική Εταιρεία ποικίλα έθιμα, τα οποία στην πλειοψηφία τους έχουν τη ρίζα τους από την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Την πρώτη μέρα όσοι περάσουν από την Αρναία θα φιλοξενηθούν στην πλατεία από τους νέους του χωριού που με παραδοσιακές ενδυμασίες κερνούν τσουρέκια, κόκκινα αυγά και πίτες.
Τη δεύτερη μέρα αναβιώνει το έθιμο του «κανταριού». Κάτω από τον μεγάλο πλάτανο στην πλατεία της Αρναίας κρεμιέται ένα «καντάρι», ζύγι δηλαδή και περνούν όλοι για να ζυγιστούν, αφού πρώτα κεραστούν με λουκούμι και κόκκινο αυγό, ώστε να διαπιστωθεί ποιος έφαγε περισσότερο το Πάσχα. Κερδισμένοι βγαίνουν όσοι έχουν το μεγαλύτερο βάρος και ως έπαθλο παίρνουν από μια κατσαρόλα, με τον πρώτο να κερδίζει τη μικρότερη και τον τρίτο την μεγαλύτερη για να συναγωνισθεί ως την επόμενη χρονιά τον πρώτο. Παράλληλα, την ίδια μέρα στην πλατεία στήνονται κούνιες στολισμένες με κισσό και λουλούδια, από τις οποίες περνούν όλοι και οι γυναίκες του χωριού τραγουδούν παραδοσιακά πασχαλιάτικα άσματα και τραγούδια για την άνοιξη.
Την τρίτη μέρα αναβιώνει ο «Κούτσμανος». Στις 8 το πρωί άνδρες με παραδοσιακές στολές και οπλισμένοι συγκεντρώνονται έφιπποι στην πλατεία της Αρναίας. Τραγουδώντας πηγαίνουν μέχρι τον προφήτη Ηλία, έξω από το χωριό και μετά την τέλεση Θ.Λειτουργίας ξεκινά η σκοποβολή με στόχους… κόκκινα αυγά. Το έθιμο κρατά από την τουρκοκρατία, καθώς οι Τούρκοι δεν επέτρεπαν τη χρήση όπλων στους Αρναιώτες, παρά μόνο στις θρησκευτικές γιορτές. Μετά την σκοποβολή οι καβαλάρηδες και ο κόσμος μεταβαίνουν στο εξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής όπου στήνεται ο ένας χορός που λέγεται «Κούτσμανος» προς τιμή του οπλαρχηγού Κούτσμανου.
Τη δεύτερη μέρα αναβιώνει το έθιμο του «κανταριού». Κάτω από τον μεγάλο πλάτανο στην πλατεία της Αρναίας κρεμιέται ένα «καντάρι», ζύγι δηλαδή και περνούν όλοι για να ζυγιστούν, αφού πρώτα κεραστούν με λουκούμι και κόκκινο αυγό, ώστε να διαπιστωθεί ποιος έφαγε περισσότερο το Πάσχα. Κερδισμένοι βγαίνουν όσοι έχουν το μεγαλύτερο βάρος και ως έπαθλο παίρνουν από μια κατσαρόλα, με τον πρώτο να κερδίζει τη μικρότερη και τον τρίτο την μεγαλύτερη για να συναγωνισθεί ως την επόμενη χρονιά τον πρώτο. Παράλληλα, την ίδια μέρα στην πλατεία στήνονται κούνιες στολισμένες με κισσό και λουλούδια, από τις οποίες περνούν όλοι και οι γυναίκες του χωριού τραγουδούν παραδοσιακά πασχαλιάτικα άσματα και τραγούδια για την άνοιξη.
Την τρίτη μέρα αναβιώνει ο «Κούτσμανος». Στις 8 το πρωί άνδρες με παραδοσιακές στολές και οπλισμένοι συγκεντρώνονται έφιπποι στην πλατεία της Αρναίας. Τραγουδώντας πηγαίνουν μέχρι τον προφήτη Ηλία, έξω από το χωριό και μετά την τέλεση Θ.Λειτουργίας ξεκινά η σκοποβολή με στόχους… κόκκινα αυγά. Το έθιμο κρατά από την τουρκοκρατία, καθώς οι Τούρκοι δεν επέτρεπαν τη χρήση όπλων στους Αρναιώτες, παρά μόνο στις θρησκευτικές γιορτές. Μετά την σκοποβολή οι καβαλάρηδες και ο κόσμος μεταβαίνουν στο εξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής όπου στήνεται ο ένας χορός που λέγεται «Κούτσμανος» προς τιμή του οπλαρχηγού Κούτσμανου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου